στεύμαι

στεύμαι
Α
(επικ. τ.) (αποθ.) προσποιούμαι, καμώνομαι ότι θέλω τάχα να κάνω κάτι ή υπόσχομαι ή και απειλώ ότι δήθεν θα κάνω κάτι («στεῡται γὰρ νηῶν ἀποκόψειν ἄκρα κόρυμβα», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Επικό ρ. σχηματισμένο από έναν τ. παρατατικού στεῦτο, ο οποίος, κατά μία άποψη, έχει προέλθει (με ανομοιωτική αποβολή τού -s-) από το αρχ. ινδ. astosta, αόρ. τού ρ. stauti (πρβλ. και αβεστ. stuyē) με σημ. «υμνώ, δοξάζω». Κατ' άλλη άποψη, ο ενεστ. στεῦται σχηματίστηκε απευθείας από έναν τ. της Βεδικής stave].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • στεῦμαι — make as if one would . . pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στεῦνται — στεῦμαι make as if one would . . pres ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στεῦντο — στεῦμαι make as if one would . . imperf ind mp 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στεῦται — στεῦμαι make as if one would . . pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στεῦτο — στεῦμαι make as if one would . . imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στεῦτ' — στεῦται , στεῦμαι make as if one would . . pres ind mp 3rd sg στεῦτο , στεῦμαι make as if one would . . imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”